εὑρέσεως

εὑρέσεως
εὑρέσεω̆ς , εὕρεσις
a finding
fem gen sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • May 25 (Eastern Orthodox liturgics) — May 24 Eastern Orthodox Church calendar May 26 All fixed commemorations below celebrated on June 7 by Old Calendarists Contents 1 Saints 1.1 Other commemorations 2 Notes …   Wikipedia

  • TUBA — Tyrrhenorum inventum, Plin. l. 7. c. 56. a tubo, seu canali, quem refert, dicta, priscis Graecis ignota fuit. Unde illos, Tubarum locô, conchis uti consuevisse, legimus, apud Hesychium, Κόχλοις τοῖς ςθαλαττίοις ἐχρῶντο, πρὸ τῆς τῶ σαλπίγγων… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ηγητηρία — ἡγητηρία, ἡ (Α, κατά τον Ησύχ. και Φώτ. ἡγητορία, κατά τον Ευστ. ἡγήτρια) (ηγητήρ) 1. δέσμη, αρμαθιά από ξερά σύκα την οποία έφεραν με πομπή κατά την εορτή τών Αττικών Πλυντηρίων σε ανάμνηση τής ευρέσεως αυτής τής τροφής που τή θεωρούσαν ως το… …   Dictionary of Greek

  • σκοπός — Ορεινός οικισμός (189 κάτ., υψόμ. 760 μ.), στην επαρχία Φλώρινας, του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (106 τ. χλμ.,189 κάτ.). * * * (I) ο, ΝΑ, και σκοπός, ἡ, Α φρουρός νεοελλ. στρ. οπλίτης που τάσσεται σε ορισμένη θέση, τη… …   Dictionary of Greek

  • ύψωση — η / ὕψωσις, ώσεως, ΝΜΑ [ὑψῶ / ώνω] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού υψώνω, ανέγερση, σήκωμα 2. μτφ. εξύμνηση, έπαινος, εγκώμιο («αἱ ὑψώσεις τοῡ Θεοῡ ἐν λάρυγγι αὐτῶν», ΠΔ) νεοελλ. αύξηση τών τιμών, ανατίμηση νεοελλ. μσν. 1. εκκλ. α) η πράξη… …   Dictionary of Greek

  • Γλαβάς — Επώνυμο βυζαντινής οικογένειας. Τα μέλη της έδρασαν στην Κωνσταντινούπολη, στη Θεσσαλονίκη και στην Ήπειρο. 1. Νικήτας (11ος αι.). Στρατηγός επί της εποχής του Κωνσταντίνου του Μονομάχου (1042 55). Νίκησε τους Πετσενέγους στην Αδριανούπολη. 2.… …   Dictionary of Greek

  • Δοξαπατρής — Επώνυμο οικογένειας στρατιωτικών και λογίων του Βυζαντίου. 1. Βουτσαράς (12ος 13ος αι.). Ήρωας στα χρόνια της φραγκοκρατίας. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους της Δύσης (1204), και ενώ στην Πελοπόννησο είχε αρχίσει να… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Λευκωσίας (Κυπριακό) — Είναι το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο αρχαιολογικό μουσείο της Κύπρου. Χτίστηκε μεταξύ των ετών 1908 και 1924, για να στεγάσει τα ευρήματα των επίσημων ανασκαφών, που είχαν αρχίσει μόλις λίγα χρόνια πριν και βρίσκεται στη διεύθυνση Μουσείου 1,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”